Αποψη: Με ποιο τρόπο θα αυξηθούν οι μισθοί ξανά
Του κ. Σπύρου Λαπατσιώρα, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (*): Ο κατώτατος μισθός στον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα έχει μειωθεί σε επίπεδα που δεν φτάνει να ζήσει ο εργαζόμενος. Αυτή η πραγματικότητα είναι, αφενός μεν, αποτέλεσμα ενός κοινωνικού συσχετισμού δυνάμεων που διαμορφώθηκε την προηγούμενη εικοσαετία εις βάρος των εργαζομένων, αφετέρου δε, των μνημονιακών μεταρρυθμίσεων.
Η αύξηση των μισθών δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί απλά με νομοθετική ρύθμιση. Η ισχύς του κόσμου της εργασίας έχει διαβρωθεί εδώ και μία εικοσαετία μέσω της επέκτασης των άτυπων μορφών εργασίας και τη συνακόλουθη μείωση της ισχύος του συνδικαλιστικού κινήματος. Οι συλλογικές συμβάσεις, με βάση τον συσχετισμό δύναμης και την πραγματικότητα της αγοράς εργασίας, αποτελούσαν ένα θεσμικό απομεινάρι, ενός άλλου κοινωνικού συσχετισμού δυνάμεων το οποίο εύκολα το ανέτρεψαν οι νεοφιλελεύθερες μνημονιακές πολιτικές.
Απαιτείται θεσμική αλλαγή που να σκοπεύει και να υποστηρίζει την αύξηση της ισχύος των εργαζομένων, μέρος της οποίας σημαίνει αναγέννηση και διεύρυνση του συνδικαλιστικού κινήματος, έτσι ώστε οι εργαζόμενοι χρησιμοποιώντας το νέο θεσμικό πλαίσιο να διεκδικήσουν ό,τι τους αναλογεί. Αυτή η κινητοποίηση είναι που θα διασφαλίσει αυξημένους μισθούς και βελτιωμένους όρους εργασίας και όχι ένα απλό μόνο «διάταγμα» που στις σημερινές συνθήκες κινδυνεύει να καταστεί απλά ένα έγγραφο χωρίς καμία πραγματική ισχύ, (ωστόσο η ακύρωση των μνημονιακών παρεμβάσεων αποτελεί, έστω και τυπικά, τμήμα αυτής της θεσμικής αλλαγής).
Με τα μέχρι τώρα δεδομένα η αύξηση των μισθών είναι δυνατή, επιθυμητή και αναγκαία. Με βάση τα στοιχεία της Eurostat μεταξύ 2009 και 2011 χάθηκαν 17 δισ. ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (συνολική αξία παραγωγής χωρίς φόρους επί των προϊόντων). Από αυτά, τα 12,8 δισ. (το 75% της συνολικής απώλειας) αφορά στην αποζημίωση των εργαζομένων. Το μέγεθος αυτής της απώλειας εξηγεί τη μείωση της εσωτερικής ζήτησης και επομένως την έκταση της ύφεσης.
Κάθε σχέδιο άμεσης σταθεροποίησης της οικονομίας με στόχο την ανάκαμψη απαιτεί να αντιμετωπιστούν συνδυασμένα και άμεσα: πρώτον, η ανεργία, η οποία δεν αντιμετωπίζεται χωρίς παρέμβαση του δημοσίου, αξιοποίηση του αργούντος παραγωγικού δυναμικού και πραγματοποίηση σε δεύτερο χρόνο ιδιωτικών επενδύσεων, δεύτερον, το αναγκαίο κούρεμα στα χρέη νοικοκυριών και επιχειρήσεων σε συνάρτηση με ένα αναδιοργανωμένο τραπεζικό σύστημα το οποίο να μπορεί να χρηματοδοτήσει δραστηριότητες, τρίτον, η αναγκαιότητα αύξησης της αγοραστικής δύναμης των μισθωτών και των συνταξιούχων έτσι ώστε να αυξηθεί η εσωτερική ζήτηση, τέταρτον, η αναγκαία αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης -και στο σύστημα δημοσίων δαπανών και εσόδων και πέμπτον, την οργάνωση της κοινωνικής οικονομίας και αλληλέγγυας κοινωνίας. Όλα αυτά σχετίζονται μεταξύ τους και πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα και συνδυασμένα, όπως δείχνει και το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ.
Πολλές φορές λέγεται ότι το να βρεθεί ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση δεν συνεπάγεται ότι θα έχει και την εξουσία. Ορθή πρόταση η οποία σε σχέση με τις προηγούμενες διαπιστώσεις για τις αναγκαίες οικονομικές πολιτικές μας οδηγεί σε ένα πολιτικό συμπέρασμα (έχοντας ως δεδομένο τις τρέχουσες συνθήκες και την κύρια τάση διαμόρφωσής τους στο ορατό μέλλον). Με ένα πρόγραμμα στο οποίο για να σωθεί η ελληνική κοινωνία θα καλείται σε μία «νέα συμφωνία» ριζοσπαστικών θεσμικών μεταρρυθμίσεων, μία ανακατανομή ισχύος και πλούτου προς όφελος των πολλών, ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση, θα συνιστά αντιπολίτευση απέναντι στο κράτος, δηλαδή τη δύναμη μετασχηματισμού του παρελθόντος κοινωνικού συσχετισμού δυνάμεων όπως αποτυπώνεται στις πρακτικές ενός πυκνού και συνεχούς δικτύου θεσμών (όπου τα ΜΜΕ, η παιδεία, η τοπική αυτοδιοίκηση περιλαμβάνονται) που συνιστούν το σύστημα οργάνωσης της κεφαλαιοκρατικής αναπαραγωγής όπως έχει διαμορφωθεί στο νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα.
Για να μπορέσει να υλοποιηθεί ένα τέτοιο πρόγραμμα ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων, ως αναγκαία συνθήκη εξόδου από την κοινωνική και οικονομική κρίση, απαιτείται τα κινήματα, μέσω των θεσμών που θα ιδρύσει ή επανιδρύσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, να αναπτυχθούν, να κινητοποιήσουν κάθε διαθέσιμο κοινωνικό πόρο, ώστε την τυπική δυνατότητα αλλαγής της κατανομής ισχύος που θα συνιστούν οι νομοθετικές παρεμβάσεις να την καταστήσουν πραγματική. Σε αυτό το πλαίσιο η δράση των κινημάτων είναι πέραν του διπόλου συμπολίτευσης – αντιπολίτευσης.
Σε μία τέτοια κατάσταση, άλλωστε, ο χώρος της τυπικής αντιπολίτευσης (ουσιαστικής συμπολίτευσης στο υπάρχον κράτος) θα καταληφθεί από τους θεσμούς που θέλουν να συντηρήσουν το υπάρχον καθεστώς και από τη Δεξιά∙ δεν υπάρχει χώρος για αριστερή αντιπολίτευση σ’ αυτή τη σύγκρουση.
Αναπαραγωγή: www.avgi.gr.