18 μέτρα που ισοπέδωσαν μισθούς, συμβάσεις και αποζημιώσεις
Από το 2010 και μετά, οι αμοιβές και, συνολικότερα, τα εργασιακά δικαιώματα ισοπεδώθηκαν από τα δυσβάστακτα «μνημονιακά» μέτρα επιστρέφοντας την ελληνική αγορά εργασίας και, φυσικά, τους μισθούς και τα πάλαι ποτέ «κεκτημένα» των εργαζομένων στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα,
Η πολιτική – «σοκ» με στόχο το πείραμα της εσωτερικής υποτίμησης στηρίχθηκε –και- στο δραστικό «κούρεμα» της ονομαστικής αξίας των αμοιβών. Για το σκοπό αυτό η εργατική νομοθεσία έγινε… «αντεργατική» και τέθηκαν σε ισχύ νέες διατάξεις – «γη και ύδωρ» κυρίως για τις μεγάλου τζίρου επιχειρήσεις.
Συνολικά, στο πλαίσιο αυτό, οι κυριότερες από τις δυσμενείς αλλαγές που προωθήθηκαν μετά την απόφαση του πρώην πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, να περάσει η Ελλάδα στα χέρια της «τρόικας», συνοψίζονται σε 18, όπως καταγράφονται μέσα και από τη νέα, ετήσια έκθεση για την οικονομία και την απασχόληση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ (ΙΝΕ – ΓΣΕΕ) η οποία παρουσιάστηκε, στη Θεσσαλονίκη. λίγο πριν τη μεγάλη διαδήλωση στη ΔΕΘ.
Μέσα στην περίοδο 2010 – 2013…
1) Καταργείται η εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας ως μέσο διαμόρφωσης του γενικού κατώτατου μισθού, αρμοδιότητα που επαφίεται στο νόμο που με τη σειρά του επιτυγχάνει τη μείωση των κατώτατων μισθολογικών ορίων από τα 751 ευρώ μικτών αποδοχών, ως προϊόν συλλογικής ρύθμισης, στα 586 ευρώ αντίστοιχα. Επιπλέον, οι γενικές κατώτατες αμοιβές συμπιέζονται περαιτέρω με την καθιέρωση χαμηλότερης αμοιβής για τους νέους μέχρι 25 ετών στα 510 ευρώ. Με αυτή τη διαδικασία επέρχεται η άμεση μείωση των κατώτατων μισθών κατά 22% και κατά 32% αντίστοιχα για τη συγκεκριμένη ηλικιακή κατηγορία των εργαζομένων ως χαρακτηριστική έκφραση άνισης αμοιβής για ίση παρεχόμενη εργασία, ενώ αναμένονται νέες νομοθετικές ρυθμίσεις για την περαιτέρω συμπίεση των κατώτατων αμοιβών. Σε αυτό, άλλωστε, συνηγορούν και τα μέτρα για την κοινωφελή εργασία που προβλέπουν ως ανώτατα όρια αμοιβής για τους «ωφελούμενους» τα 492 ευρώ (και τα 427 ευρώ για τους νέους μέχρι 25 ετών) που προλειαίνουν το έδαφος για την περαιτέρω διάβρωση του γενικού κατώτατου μισθού.
2) Καταργείται η βασική αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης για τον εργαζόμενο σε περίπτωση συρροής των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και με αποτέλεσμα την κατίσχυση δυσμενέστερων συλλογικών συμβάσεων.
3) Καταργείται ο θεσμός της επέκτασης της εφαρμογής της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης όταν προβλέπει μισθολογικούς όρους ευνοϊκότερους από τα προβλεπόμενα νέα γενικά κατώτατα όρια μισθών που προκύπτουν με νομοθετική παρέμβαση, περιορίζοντας την εφαρμογή της στα μέλη των εργοδοτικών οργανώσεων που την συνυπογράφουν.
4) Αναστέλλεται ο θεσμός της επέκτασης των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων με τη συνεπαγόμενη εφαρμογή τους στο σύνολο του κλάδου όταν οι εκπροσωπούμενες στην υπογραφή αυτών των συμβάσεων απασχολούν την πλειοψηφία των απασχολούμενων στον κλάδο.
Η ρύθμιση αυτή οδηγεί στην διάρρηξη των στοιχειωδών όρων συνοχής ανάμεσα στους εργαζόμενους του ίδιου κλάδου, πλήττει τον ρόλο των κλαδικών συνδικάτων, ενθαρρύνει τον αθέμιτο ανταγωνισμό ανάμεσα στις επιχειρήσεις που εφαρμόζουν τους κατώτατους κλαδικούς μισθούς και σε εκείνες που νόμιμα πλέον τους παρακάμπτουν, και, τέλος, ενισχύει το φαινόμενο αποχώρησης επιχειρήσεων από τις εργοδοτικές ενώσεις προκειμένου να μην υποβάλλονται σε δεσμεύσεις από συλλογικές ρυθμίσεις.
5) Αναστέλλονται οι αυξήσεις και οι ωριμάνσεις των μισθών από τα επιδόματα πολυετίας έως ότου η ανεργία μειωθεί κάτω από το 10% την στιγμή που η συνεχής ανοδική πορεία της προσεγγίζει το 30% και δεν αναμένεται να σημειώσει μονοψήφια ποσοστά πριν από το 2025. Στο ίδιο πλαίσιο η απαγόρευση και η κατάργηση κάθε συλλογικής ρύθμισης που υπερβαίνει την εισοδηματική πολιτική συμπληρώνουν την πολιτική μισθών στον ιδιωτικό τομέα.
6) Περιορίζεται ο χρόνος έλευσης της μετενέργειας που συνεπάγεται την σύντμηση του χρόνου ισχύος των συλλογικών συμβάσεων από τους 6 στους 3 μήνες μετά από τη λήξη ή την καταγγελία τους. Η σύντμηση αυτή συνοδεύεται και από τον περιορισμό των οικονομικών όρων που μετενεργούν (στον βασικό μισθό και σε 4 επιδόματα)που σημαίνει ότι με την έλευση της μετενέργειας, και από τη στιγμή που δεν υπογράφεται νέα συλλογική σύμβαση, υπάρχει σοβαρό το ενδεχόμενο να εξατομικευθεί με δυσμενέστερους όρους η μισθολογική κατάσταση των εργαζομένων.
7) Υποβαθμίζεται ο ρόλος του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ) ως μέσου επίλυσης των συλλογικών διαφορών σε περίπτωση αδιεξόδου των συλλογικών διαπραγματεύσεων για την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
8) Η χαλάρωση του πλαισίου προστασίας από τις απολύσεις, ιδιαίτερα σε μια περίοδο έξαρσης της κρίσης και της ανεργίας, αποτελεί μια ακόμη κεντρικής σημασίας παρέμβαση.
9) Η επέκταση της δοκιμαστικής σύμβασης από τους 2 στους 12 μήνες με συνέπεια την στοιχειοθέτηση δικαιώματος στην αποζημίωση λόγω απόλυσης μετά από απασχόληση ενός έτους στον ίδιο εργοδότη και την προσθήκη ενός επιπλέον μέτρου στο πεδίο ενίσχυσης της εργασιακής επισφάλειας.
10) Η μείωση του ύψους της καταβαλλόμενης αποζημίωσης λόγω απόλυσης σε βαθμό που το ανώτατο ποσό της να μειώνεται κατά το ήμισυ και να αντιστοιχεί σε 12 μισθούς αντί των 24 μισθών που ίσχυε πριν από τις μνημονιακές παρεμβάσεις.
11) Η διευκόλυνση των επιχειρήσεων στην καταβολή των αποζημιώσεων απόλυσης μέσα από μέτρα που μειώνουν την προκαταβολή της ώστε αυτή να αντιστοιχεί σε 2 μισθούς έναντι των 6 μισθών και που, παράλληλα, αυξάνουν τον αριθμό των δόσεων και μειώνουν τα ελάχιστα ποσά της καταβαλλόμενης δόσης.
12) Η μείωση του χρόνου προειδοποίησης πριν από την απόλυση σε βαθμό που η ανώτατη διάρκειά του να συρρικνώνεται στο 1/6 από τους 24 στους 4 μήνες, μέτρο που ευνοεί την εν λόγω διαδικασία απόλυσης, κυρίως για τους εργαζόμενους με μεγάλη προϋπηρεσία, γιατί αποτελεί ρύθμιση που συνεπάγεται την, κατά το ήμισυ, μείωση του καταβαλλόμενου ποσού αποζημίωσης.
13) Η αύξηση του ορίου για την προστασία από τις ομαδικές απολύσεις παρέχοντας τη δυνατότητα των ελεύθερων ανά μήνα απολύσεων (από τις 4 στις 6 για τις επιχειρήσεις των 20 – 150 εργαζομένων και από το 2% στο 5% για τις μεγαλύτερες σε μέγεθος επιχειρήσεις). Το μέτρο αυτό ευνοεί περαιτέρω τις μαζικές απολύσεις οι οποίες συνιστούν σοβαρότατο κίνδυνο για την αύξηση της ανεργίας και την επέκταση της κοινωνικής ανασφάλειας.
14) Η διευκόλυνση της εφαρμογής ελαστικών διευθετήσεων του συνολικού χρόνου εργασίας με συλλογικές ρυθμίσεις που συνοδεύονται από μέτρα αυξομείωσης των ημερήσιων και εβδομαδιαίων ωραρίων εντός του έτους, προκειμένου να προσαρμόζονται απόλυτα στις ανάγκες των επιχειρήσεων και να αποφεύγεται η καταβολή του κόστους των υπερωριών.
15) Κατάργηση του πενθήμερου στα καταστήματα και η εφαρμογή της εξαήμερης εργασίας: Οδηγεί στην απόλυτη προσαρμογή των 40 ωρών εργάσιμου χρόνου στις ανάγκες των επιχειρήσεων κατά το διάστημα της εβδομάδας. Με το μέτρο αυτό οι επιχειρήσεις απαλλάσσονται από την καταβολή προσαύξησης κατά 30% για την παραβίαση του πενθήμερου το οποίο εφαρμόζεται πλέον μόνο στην περίπτωση που προβλέπεται από συλλογική σύμβαση εργασίας.
16) Λήψη μέτρων για την ενίσχυση των ευέλικτων μορφών εργασίας: αποτελεί μια ακόμη σημαντική παράμετρο των μέτρων του μνημονίου που θέτει σε περαιτέρω αμφισβήτηση της τυπικής εργασίας που αναφέρεται στην πλήρη και σταθερή απασχόληση. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην ανάπτυξη και την επέκταση της ανώτατης διάρκειας της προσωρινής απασχόλησης και των διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου πέραν των 2 ετών, στους 36 μήνες, όπως ακριβώς συμβαίνει και με την ανώτατη διάρκεια ενοικίασης των εργαζομένων που τριπλασιάζεται (από τους 12 στους 36 μήνες).
Επιπλέον επεκτείνεται η ετήσια διάρκεια της εκ περιτροπής εργασίας (3ήμερα, 4ήμερα) στους 9 μήνες (με δυνατότητα διαδοχής 2 ετήσιων περιόδων μέχρι του 18μηνου) που, σε συνδυασμό με την κατάργηση των όποιων προσαυξήσεων στην υπερωριακή απασχόληση και στις αμοιβές της «περιορισμένης» μερικής απασχόλησης, ενθαρρύνει την περαιτέρω ανάπτυξη της απασχόλησης με μειωμένα ωράρια.